Αναζήτηση

Μια χώρα με μακρόχρονη ιστορία παρουσιάζει τους σύγχρονους συγγραφείς της

Το βιβλίο στην Ελλάδα...
...και στον κόσμο!


Εκδηλώσεις

Τύπος
ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ
ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ

ΝΙΚΟΣ ΘΕΜΕΛΗΣ


Photo: © E.KE.BI, 2001. Ορδόλης

Βιογραφικό Σημείωμα

Ο Νίκος Θέμελης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1947.

Τελείωσε τη Γερμανική Σχολή Αθηνών, το Doerpfeld Gymnasium.

Σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης και μετά το στρατιωτικό του συνέχισε τις σπουδές του στη Γερμανία, όπου το 1975 έκανε και το Διδακτορικό του σε θέματα Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Εργάστηκε στην Αγροτική Τράπεζα, στο Υπουργείο Οικονομικών και στη Νομική Υπηρεσία του Συμβουλίου Υπουργών στις Βρυξέλλες.

Από το 1981 είναι συνεργάτης του νυν Πρωθυπουργού κ. Κώστα Σημίτη, ακολουθώντας τον στα Υπουργεία Γεωργίας, Εθνικής Οικονομίας, Παιδείας, Βιομηχανίας μέχρι και σήμερα στα πρωθυπουργικά του καθήκοντα.

Έχει κάνει επιστημονικές δημοσιεύσεις γύρω από ζητήματα της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης.

Μιλάει Γερμανικά, Αγγλικά και Γαλλικά.

Εκτός από το χώρο της πολιτικής και της επιστήμης τα ενδιαφέροντά του επικεντρώνονται στη ζωγραφική, στη μουσική και την λογοτεχνία.

Έχει εκδώσει δύο μυθιστορήματα: "Η Αναζήτηση" και " Ανατροπή".


Εργογραφία

- Η αναζήτηση, Αθήνα, Κέδρος, 1998. Σελ.: 424 ΙSBN: 960-04-`5`4-5
- Η ανατροπή, Αθήνα, Κέδρος, 2000. Σελ.: 512. ISBN: 960-04-1727-Χ

Μεταφράσεις

Γερμανικά

Jenseits von Epirus, Piper Verlag, 2001. [tr.by]: Norbert hauser. ISBN: 3-492-04282-1.

Ιταλικά
Crocetti Editore

Τούρκικα
Dogan - Kitap


Ο συγγραφέας
ΝΙΚΟΣ ΘΕΜΕΛΗΣ

Ο Νίκος Θέμελης έκανε την εμφάνισή του στη νεοελληνική πεζογραφία πολύ πρόσφατα, μόλις το 1998. Με το πρώτο του ήδη μυθιστόρημα, την Αναζήτηση, και με την Ανατροπή που ακολούθησε, κατέθεσε ένα δείγμα πολύ καλά επεξεργασμένης και εμπνευσμένης ρεαλιστικής γραφής, που συναντά τις καλύτερες στιγμές του ευρωπαϊκού μυθιστορήματος - από τον Μαν και τον Αραγκόν, ως τον Σβέβο και τον Άντριτς.
Τα έργα του Θέμελη παρακολουθούν το γύρισμα του αιώνα, τη μετάβαση από τον 19ο στον 20ο αιώνα και λειτουργούν ως κάτοπτρα, όπου εικονίζονται είδωλα αλληλεπικαλυπτόμενα. Μπροστά-μπροστά τα είδωλα των ηρώων του, που χωρίζονται σε δύο κατηγορίες. Σε αυτούς που φεύγουν ή μάλλον που κουβαλούν τη φυγή μέσα τους, μαζί και την επανάσταση ενάντια στη μοίρα τους, την κοινωνία, την ιστορία και είναι τα δρώντα πρόσωπα της ιστορίας - παρ' όλο που δεν είναι αναγκαστικά οι νικητές στους εφήμερους συσχετισμούς δυνάμεων. και σε αυτούς που μένουν, που ταυτίζονται με τις παγιωμένες κοινωνικές δομές και ενστερνίζονται τα κοινωνικοπολιτικά στερεότυπα, τους θεατές. Τα δρώντα αυτά πρόσωπα, άνδρες και γυναίκες, ακολουθούν τους δρόμους του κόσμου αναζητώντας την εσωτερική γαλήνη και την αυτοπραγμάτωση, πέρα από συμβιβασμούς και υποχωρήσεις. Χαρακτήρες σύνθετοι, πολυδιάστατοι και καλοδουλεμένοι, χαρακτηρίζονται εντούτοις από έντονες συνδηλώσεις που παραπέμπουν σε λαϊκές δοξασίες θρησκευτικές και ιστορικές - και οι οποίες αρχίζουν από το Ιερό Δισκοπότηρο και καταλήγουν στον Αη-Γιώργη της ορθόδοξης παράδοσης ή στα οικουμενικά παραμύθια με τις βασιλοπούλες και τα βασιλόπουλα - και συντελούν στην ανάδειξή τους ως αρχετυπικές μορφές μιας ιδιόμορφης ανατροπής.
Πίσω από τα είδωλα των ηρώων όμως, διαγράφεται το είδωλο των λαών και των τόπων, με πρώτα τα Βαλκάνια, ως τη Μαύρη Θάλασσα και τις ακτές της Τουρκίας. Στο πλαίσιο αυτό η Ελλάδα είναι ασυνείδητα χωρισμένη στα δύο, από τη μια μεριά έχουμε το μικρό και ανεξάρτητο ελληνικό κράτος και από την άλλη τις ισχυρές κοινότητες της ομογένειας, τις παροικίες. Ο συγγραφέας εξετάζει με συμπάθεια και διαύγεια μαζί τη διαπλοκή και τη συνάρθρωση των τόπων και των πληθυσμών, που σε λίγο θα διαχωριστούν δια παντός με τους πολέμους που έρχονται. Επισημαίνει τις αλλαγές πριν συντελεστούν και τις χαρτογραφεί εκ των προτέρων. Όσο θολώνει το είδωλο των Βαλκανίων, τόσο αλλοιώνεται και η περίλαμπρη Ευρώπη, το τρίτο επίπεδο αντικατοπτρισμού, η οποία σιγά-σιγά βάφεται από το αίμα και τις κόκκινες σημαίες.
Ο Θέμελης ανατρέχει στα θεμέλια της σημερινής τάξης πραγμάτων στην Ελλάδα, στη Βαλκανική και τον κόσμο και την παρακολουθεί να αναδύεται μέσα από τη βουή των μαζών. Απαλλαγμένος από εώλους εθνικισμούς και ψευδοπολιτικές ρητορείες, αναζητεί τις μακροοικονομικές και κοινωνικές παραμέτρους που οδήγησαν στην ανατροπή, στην έκρηξη του παλιού κόσμου. Και, το κυριότερο, την ευρεία αυτή θεώρησή της ιστορίας την εντάσσει σε μια περίπλοκη και γοητευτική μυθοπλασία, συναιρώντας την αλλαγή του κόσμου με την εντελέχεια των ατόμων.
Ο τρόπος του, το ύφος του παραπέμπει σε μεγάλο βαθμό στην κινηματογραφική τεχνική. Πλάνα συνόλου, μακρινά πλάνα για τους ανοιχτούς χώρους και τις μάζες, κοντινά για τους εσωτερικούς χώρους, γκρο-πλαν στα πρόσωπα με τις αγωνίες, τις απογοητεύσεις και τις προσδοκίες τους. Περίτεχνοι φωτισμοί, ασυνήθιστες γωνίες λήψης για όλα τα εξαιρετικά γεγονότα που αφηγείται. Το κάτοπτρο στο οποίο όλα αυτά απεικονίζονται είναι δυνάμει μια κάμερα, αλλά και κάτι άλλο: το πρωτογενές κάτοπτρο του οφθαλμού, η ματιά των ηρώων και η δική μας. Ο Θέμελης ορίζει ως μήτρα των γεγονότων και αρχή της ανθρώπινης τελείωσης τη ροή προς τη μεταβολή, την πολύσημη ανατροπή. Και σίγουρα μας μαγεύει.

Τιτίκα Δημητρούλια
Κριτικός λογοτεχνίας, Μεταφράστρια



Τι έγραψε ο Τύπος για τα βιβλία του
ΝΙΚΟΥ ΘΕΜΕΛΗ
(αποσπάσματα από κριτικές)

Η Αναζήτηση, Αθήνα, Κέρος,1998. Σελ. 424. ISBΝ: 960-04-1514-5

…O N. Θέμελης επιλέγει κατ' αρχάς έναν τίτλο εύγλωττο και ανοικτό: "Η αναζήτηση". Επιλέγει στη συνέχεια το πεδίο του ιστορικού μυθιστορήματος: ο μυθιστορηματικός του χρόνος τοποθετείται στα τέλη του περασμένου και τις αρχές του 20ου αιώνα με ό,τι αυτό συνεπάγεται ως προς την περιγραφή της πρακτικής και της νοοτροπίας του καθημερινού βίου,. Επιλέγει κατά την ίδια λογική την τοπογραφία του - αγροτική και αστική - καταλαμβάνοντας όλο σχεδόν το φάσμα της τότε ελληνικής παρουσίας στα Βαλκάνια και στη Μ. Ασία. Για τον Ν. Θέμελη σημασία δεν έχουν μόνο οι βασικοί τόποι: Τα Ζαγοροχώρια, η Μυτιλήνη και ο Μόλυβος, η Σμύρνη, η Μανησά, η Πόλη. Σημασία έχουν και οι πολλαπλές διαδρομές, τα "δίκτυα" της εποχής.
Οργανώνει λοιπόν την ιστορία του πάνω σε μία πολυεπίπεδη πραγματολογική βάση που συγκροτείται από τα γεωγραφικά δεδομένα και το φυσικό τοπίο, την εθνογραφία και τη λαογραφία των περιοχών που τον ενδιαφέρουν, τη δυναμική των αγορών της εποχής, τις προκλήσεις της τεχνολογίας, τη νοοτροπία του καθημερινού βίου, το διεθνές πλαίσιο και την πολιτική συγκυρία στην Ελλάδα και στην Τουρκία. το πρώτο στρώμα του υλικού του ανήκει ουσιαστικά στη σφαίρα της οικονομικής ιστορίας, καθώς υφέρπει το πρόβλημα της συσσώρευσης, της εκμηχάνισης, της εκβιομηχάνισης, της μετακίνησης από τον εμπειρισμό στον επιχειρηματικό ορθολογισμό. Το δεύτερο στρώμα ανήκει στην περιοχή της πολιτικής ιστορίας που λειτουργεί ως απόηχος. Το τρίτο στρώμα ανήκει στον τομέα της ιδεολογίας και της ιστορίας των νοοτροπιών.
Στο ίδιο το πραγματολογικό υλικό συνυπάρχουν επομένως όλα τα στοιχεία της ελληνικότητας, όλες οι γόνιμες αντινομίες, όλα τα καθοριστικά δίπολα: Ανατολή και Δύση, παράδοση και νεωτερικότητα, αγροτικός και αστικός κόσμος, εμπειρισμός και ορθολογισμός, μοιρολατρία και βολονταρισμός, επαρχιωτισμός και κοσμοπολιτισμός.
Η καθ' ημάς Ανατολή εμφανίζεται συνεπώς με δύο όψεις: Από τη μία φιλόξενη, ανεκτική, ευέλικτη και από την άλλη απειλητική, περίκλειστη, δογματική.
Σ' αυτό το σκηνικό ο Ν. Θέμελης εμφανίζει τους ήρωές του κάνοντας μία εξαιρετική -κατά τη γνώμη μου - επιλογή αφηγηματικής τεχνικής: καταγράφει έξι πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις. παρουσιάζει τα πράγματα από έξι διαφορετικές οπτικές γωνίες που σχηματίζουν σταδιακά αλλά εν διαρκή κινήσει την πλήρη εικόνα…

Ευάγγελος Βενιζέλος
Υπουργός Πολιτισμού
Εφημ. ΤΟ ΒΗΜΑ, 4-10-1998


Η αναζήτηση

Γραμμένο σε μια γλώσσα που ρέει αβίαστα, χωρίς ίχνος επιτήδευσης και ας αποθησαυρίζονται σ' αυτήν ένα σωρό ξεχασμένες λέξεις, το μυθιστόρημα του Θέμελη, "Η Αναζήτηση" διαβάζεται σαν παραμύθι. Για την ακρίβεια, σαν ένα διδακτικό παραμύθι για μεγάλους που θα μπορούσε κάλλιστα να θεωρηθεί ως ιδεολογικό μανιφέστο του εκσυγχρονισμού. Πλημμυρισμένο από πραγματολογικό υλικό, τεκμηριωμένο ός ομολογεί ο ίδιος και στην παραμικρή λεπτομέρεια, το βιβλίο είναι πάνω απ' όλα ένας ύμνος στις αξίες του Διαφωτισμού: στην παιδεία και τη φρόνηση, στην πρόοδο και την προκοπή. Τα μάτια των ηρώων είναι στραμμένα προς τη Δύση ενώ η παράμετρος της ορθοδοξίας απουσιάζει εντελώς. Και όχι, βέβαια, τυχαία.

Σταυρούλα Παπασπύρου
Δημοσιογράφος
Εφημ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 13-9-1998


…Εκ πρώτης όψεως το μυθιστόρημα εντάσσεται με φυσικότητα στον κανόνα της ελληνικής πεζογραφίας. Με βασικό ήρωα -"κέντρο συνείδησης", για να θυμηθεί κανείς τον Χένρι Τζέιμς - ένα νεαρό Έλληνα από τα Ζαγορυχώρια, τον Νικόλα, η αφήγηση διατρέχει την Ελλάδα του 19ου αιώνα στο "γύρισμα" προς τον 20ό. Παράλληλη προς τη χρονική κίνηση είναι η γεωγραφική κίνηση από τα Ζαγόρια στη Σμύρνη μέσω Μυτιλήνης. Το "κέντρο συνείδησης", ο στοχαστικός Νίκος, παραμένει σταθερό, ενώ η οπτική γωνία της αφήγησης μετακυλίεται από κεφάλαιο σε κεφάλαιο. Την αφήγηση του έφηβου Νίκου ακολουθούν οι "καταθέσεις" άλλων προσώπων: του αρχιμάστορα, του γόνου αστικής οικογενείας Βάιου, της νόνας, του δασκάλου. Εξ ου και ο τίτλος: "Έξι αφηγήσεις γύρω από μια μυθιστορία". Η ζωή του Νίκου περνάει μέσα από τις ζωές (και κυρίως τις φωνές) άλλων προσώπων, ενώ σχηματίζεται, μέσα από χιλιάδες ψηφίδες, το πανόραμα μιας εποχής όπου ο ελληνικός χώρος δεν ταυτιζόταν με τα ελλαδικά σύνορα…
Αλλά τότε ο αναγνώστης έχει φθάσει ήδη στο ακροτελεύτιο κεφάλαιο ενός βιβλίου που του έχει χαρίσει αναρίθμητες απολαύσεις, δοκιμάζοντας τη μνήμη, την ιστορική εμβρίθεια και τη λογοτεχνική του παιδεία - αρετές που απουσιάζουν συχνά από τη σύγχρονη παραγωγή μας. Το πολυπολιτισμικό στοιχείο, ο "ανοιχτός χαρακτήρας" και η κριτική διάθεση διακρίνουν την "Αναζήτηση" από τον μεγάλο όγκο των εγχώριων ιστορικών μυθιστορημάτων με την επίπεδη, ελληνοκεντρική σκόπευση, και τη φέρνουν πλησιέστερα σε δυναμικές προσεγγίσεις όπως εκείνες της Ρέας Γαλανάκη ή του Γιώργη Γιατρομανωλάκη. Ενώ η αφήγηση κλείνει τον κύκλο της "σ' όλον τον ουρανό, από τον ορίζοντα τον μπρος μέχρι τον πίσω των ματιών μου και πάλι απ' την αρχή ξανά και ξανά αναζητώντας", αναρωτιέται κανείς αν χρειαζόταν ένας άνθρωπος της πολιτικής για να επιχειρήσει μια ακέραια πεζογραφική σύνθεση, που να διαλέγεται συγχρόνως με τη νεότερη ιστορία και τη λογοτεχνική μας παράδοση.

Δημήτριος Μητρόπουλος
Δημοσιογράφος
Εφημ. ΤΟ ΒΗΜΑ, 4-10-1998


Η Αναζήτηση

…προς δική μας τέρψη, ο μυθιστορηματικός λόγος αντιστέκεται, δεσπόζει και εγκαθιδρύει ένα πεδίο πανταχόθεν ελεύθερο όπου τα πράγματα υποβάλλονται με τις λέξεις, με την μαγεία τους, και τίποτα δεν έχει αποδεικτική αξία -γιατί δεν οφείλει να έχει. Η Αναζήτηση δεν είναι πολιτική πλατφόρμα: ανοίγει ένα παράθυρο για να διαφανεί η παλίρροια και άμπωτης των εκατέρωθεν προσλήψεων και πολιτισμικών δανείων. Μια διαρκής ανταλλαγή της ύλης.
Η απόλαυση του κειμένου έγκειται, νομίζω, και στην μαστορική του.
Το βιβλίο διαθέτει μια εσωτερική ισορροπία. Η ατμόσφαιρα που μεταδίδει βασίζεται σε δοσολογία σοφή: σαν ένας μάγειρας που έχει μπροστά του πολλά κοινά, αλλά και ορισμένα σπάνια, εξωτικά υλικά, ο Νίκος Θέμελης συνθέτει ένα έδεσμα που εναρμονίζει, δένει συστατικά ετερογενή στις "σωστές" ποσότητες. Η τελική γεύση περιέχει κάτι παραπάνω από το άθροισμα των υλικών που έχει προδιαγράψει η συνταγή.

Ιωάννα Πετροπούλου
Ιστορικός
Εφημ. Η ΑΥΓΗ, 20-12-1998


Η Αναζήτηση
(ως τελευταίο κείμενο)

…Και η στέρεη, συμπαγής ροή της "Αναζήτησης" ανατρέπεται ήπια και γι' αυτό σχεδόν τελεσίδικα στην τελική αφήγηση του "άγγελου", του προσώπου που έχει σχεδόν άϋλη φύση και άφυλη ζωή, που ζει μέσα από τα γαλάζια μάτια του την ανατροπή της πραγματικότητας. Αυτή η μεταφυσική διέξοδος ως λύση της επικής σχεδόν τοιχογραφίας, διαφυλάττει το πνεύμα της "αναζήτησης" και το παραδίδει άσπιλο. Η τελική σκηνή της πτώσης του αγγέλου σε ένα ονειρικό τροχαίο κοντά στην Ομόνοια, η "επιστροφή" στον άϋλο κόσμο και η συμπύκνωση της αξίας της ζωής ταιριάζουν απόλυτα με το ζωγραφικό έργο που ντύνει την "αναζήτηση", έργο και αυτό του Νίκου Θέμελη: "Σ' όλον τον ουρανό, από τον ένα ορίζοντα τον μπρος μέχρι τον πίσω των ματιών μου και πάλι απ' την αρχή ξανά και ξανά αναζητώντας".

Νίκος Βατόπουλος
Δημοσιογράφος
Εφημ. Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 11-10-1998


Η ανατροπή, Αθήνα, Κέδρος, 2000
Σελ. 512. ISBN: 960-04-1727-Χ

…Ο Θέμελης δημιουργεί χαρακτήρες στέρεους, πρόσωπα με ταυτότητα, και εικονίζει τη ζωή τους στο χώρο και στο χρόνο ζωντανεύει τον ίδιο το χώρο και το χρόνο και τους λαούς που σχηματίζουν τα περιγράμματά τους. Ακούραστος ερευνητής, χρησιμοποιεί τη ρεαλιστική λεπτομέρεια με τον τρόπο του Μπαλζάκ, ως αποτύπωμα της ψυχής και της ιστορίας και χτίζει ένα μυθιστορηματικό σύμπαν απολύτως συνεπές και συνεχές - ο Θωμάς είναι ο χαμένος πατέρας του Νικολή - εφέντη της Αναζήτησης - το οποίο κινείται στο ρυθμό της Ιστορίας των κύκλων και των ανατροπών της.

Τιτίκα Δημητρούλια
Κριτικός λογοτεχνίας, μεταφράστρια
Περιοδ. ITHACA No 7, 1-2-2001


…O Θέμελης διαχειρίζεται ένα τεράστιο υλικό. Παράλληλα με την ερωτική, οικογενειακή και οικονομική ζωή των ηρώων του, περιγράφει τους χώρους και τις πόλεις όπου αυτοί κινούνται - Τεργέστη, Σιάτιστα, Θεσσαλονίκη, Οδησσός, Βρυξέλλες, - καταγράφει με εμμονή μορφές της εργασίας του εμπο…. και της οικονομίας γενικά, αλλά και θεσμούς της κοινωνίας, αποτυπώνει τον πολυεθνικό χαρακτήρα της ευρύτερης περιοχής, τονίζει τις προσπάθειες των Ελλήνων αστών για τη δημιουργία εκπαιδευτικών υποδομών στην υπόδουλη ακόμη Μακεδονία, προβάλλει την κίνηση των ιδεών, αναδεικνύει τον αστικό πολιτισμό, απ' την πνευματική του παραγωγή ως τον τρόπο ζωής, τις νοοτροπίες και τις συμπεριφορές, χωρίς όμως να συσκοτίζει το υπόβαθρο της εκμετάλλευσης και της εξαθλίωσης των μαζών στο οποίο στηρίζονταν. Ενώ στην "Αναζήτηση" κυριαρχούσε η αντιπαράθεση μεταξύ της "παράδοσης" και της νεωτερικότητας, εδώ η σύγκρουση διεξάγεται στο εσωτερικό της νεωτερικότητας, μεταξύ δύο εκδοχών της, του αστικού φιλελευθερισμού και των επαναστατικών κομμουνιστικών ιδεών και κινημάτων. Το αποτέλεσμα ήταν η μεγάλη ανατροπή και η έναρξη ενός πρωτόγνωρου κοινωνικού πειράματος που όμως οδηγήθηκε στην ακύρωσή του και τη διάψευση του σοσιαλιστικού οράματος..

Κώστας Καρακώτιας
Κριτικός λογοτεχνίας
Εφημ. Η ΑΥΓΗ, 18-6-2000


Ανατροπή

…Στο κέντρο της δράσης και πίσω από τα πρόσωπα, που παρελαύνουν από την αφηγηματική σκηνή, σαλεύει εκείνο που, απ' ό,τι φαίνεται, διατρέχει απ' άκρου εις άκρον τη σκέψη του συγγραφέα: η ιδεολογία της ανανέωσης και του εκσυγχρονισμού εν όψει των μεγάλων κοινωνικών, πολιτικών και οικονομικών μεταβολών, όπως αναδεικνύονται στις αρχές του 20ού αιώνα. Το αν και το πώς ακριβώς ο Ν. Θέμελης "κλείνει το μάτι" στην εποχή μας (κάθε ιστορικό μυθιστόρημα είναι μια προβολή στο παρόν), ο αναγνώστης θα το αποφασίσει μόνος του. Εκείνο που πέφτει σε μένα να επισημάνω είναι η μαστοριά της αφήγησης, οι καλοχτισμένοι χαρακτήρες και το πολύ ατμοσφαιρικό περιβάλλον της πλοκής.

Βαγγέλης Χατζηβασιλείου
Κριτικός λογοτεχνίας
Περιοδ. ΔΙΑΒΑΖΩ, Νο 409, Ιούλιος - Αύγουστος 2000


Ανατροπή

…Σε μια "σχολή" ιστορικού μυθιστορήματος ο Ν. Θέμελης εμφανίζεται ως ο πιο κλασικότροπος: δημιουργεί τα αίτια, προχωρεί στα αποτελέσματα, κλείνει έναν κύκλο συμβάντων για να ανοίξει άλλον, συσχετίζει τον έναν κύκλο με τον επόμενο, δημιουργεί αναμονές και αγωνίες. Με λίγα λόγια, αποδίδει κάτι από την "ανθρώπινη κωμωδία" σαν να κοιτάζει κατά τη μεριά του Μπαλζάκ. Αν μάλιστα είχε τιτλοφορήσει το βιβλίο του "Ελένη" αντί για "ανατροπή", θα βρισκόμαστε μπροστά σε μια ήρεμη εκδοχή μιας εξαδέλφης Μπέρτας, ενός εξαδέλφου Πονς, ενός Σεζάρ Μπιροτό, μιας Ευγενίας Γκραντέ…

Φίλιππος Δρακονταειδής
Συγγραφέας
Περιοδικό ΔΙΑΒΑΖΩ Νο 411, Οκτώβριος 2000



…Είναι η πρώτη φορά που η λογοτεχνία πραγματεύεται την υπόσταση του ελληνισμού από μυθιστορηματική σκοπιά και με τέτοια πληρότητα - πλην του Σ. Τσίρκα, ο οποίος όμως αναφέρεται ειδικά στις αιγυπτιακές κοινότητες, περιθωριακές ήδη την εποχή εκείνη. Θα λέγαμε μάλιστα ότι αναπτύσσεται υπαινικτικά και υπογείως ένας εξαιρετικά γόνιμος διάλογος ανάμεσα στη λογοτεχνία και την κοινωνιολογία, ανάμεσα στα δύο μυθιστορήματα και τη θεώρηση του ελληνισμού και του ρόλου των παροικιών στο έργο του κοινωνιολόγου Κ. Τσουκαλά, για παράδειγμα. Βαθιά πολιτικός, ο συγγραφέας προσεγγίζει ως εκ τούτου την ιστορία του ελληνισμού και την ελληνικότητα με όρους αμιγώς πολιτικούς, χωρίς καμία συναισθηματική εμπλοκή, διαφοροποιούμενος πλήρως από την παραδοσιακή, μικρασιατική πεζογραφία, του Η. Βενέζη ή του Σ. Δούκα για παράδειγμα.
Για να μας διηγηθεί την πολυδιάστατη αυτή ιστορία, ο Θέμελης αποφεύγει τις ευκολίες του νατουραλισμού και δοκιμάζει στην πράξη έναν ιδεολογικό, θα λέγαμε, ρεαλισμό, χρησιμοποιεί τα στέρεα υλικά της πραγματικότητας για να δώσει μορφή στις αόρατες διαστάσεις της. Οργανωμένη διάταξη των κομπάρσων και των αντικειμένων, περιγραφές μελετημένες μέχρι κεραίας, χαρακτήρες με ψυχολογικό βάθος και συνοχή, αφήγηση που εκμεταλλεύεται στο έπακρο τους αναδιπλασιασμούς, -δουλεμένη γλώσσα: τα δύο μυθιστορήματα του Νίκου Θεμέλη αποτελούν συνθέσεις υψηλής πολυφωνίας, τις οποίες ο αναγνώστης καλείται να ερμηνεύσει αναλόγως με την ευαισθησία του. Μια εξαιρετική πεζογραφική πρόταση της οποίας περιμένουμε με ανυπομονησία τη συνέχεια.

Τιτίκα Δημητρούλια
Κριτικός λογοτεχνίας, μεταφράστρια
Περιοδ. ΕΝΤΕΥΚΤΗΡΙΟ


Απόσπασμα από το βιβλίο Η αναζήτηση

Σύρθηκα λίγο λίγο μέχρι το χώρισμα, έκανα άλλα δύο βήματα και βρέθηκα στο γυναικωνίτη χωρίς να παραξενέψω καμιά γειτόνισσα κι η μάνα μου ούτε που μ' είδε. Στάθηκα τουλάχιστον για λίγο εκεί, μην παραξενευτούν, με τα χέρια πλεγμένα, έτσι όπως επιβάλλει η στάση μες στην εκκλησία, ακούγοντας τη βυζαντινή ικεσία, αδυνατώντας να πιάσω τα νοήματά της. Και τότε είδα κατά πρόσωπο πρώτη φορά, τι ήτανε ζωγραφισμένο στις μπροστινές ποδιές του τοίχου και στις γύρω τοιχογραφίες. Ήτανε άνθρωποι γυμνοί, όχι όπως συνήθως ξέραμε τον Αδάμ με την Εύα, αλλά ξαπλωμένοι αγκαλιά και με τον ίδιο τρόπο άνθρωποι με ζώα, δαίμονες με κορίτσια νεαρά, όλοι μπλεγμένοι ή καρφωμένοι ο ένας μέσα στον άλλον. Ήτανε σκηνές βίας και πόνου, ήτανε σκηνές αδικημάτων και τιμωρίας, ήτανε εικόνες ανείπωτης αμαρτίας και ζωγραφιές ανθρώπινης ασχήμιας. Ασχήμιας της ψυχής, πού μείωναν τον άνθρωπο και τον εξευτελίζαν. Ήταν ο κόσμος της ακολασίας ζωγραφισμένος μέσα στο γυναικωνίτη. Είπα μέσα μου "Ετούτος πρέπει να'ναι". Και τότε σαν ξυραφιά απότομη θυμήθηκα την κουβέντα που μου 'χαν πει για τον πατέρα μου: "τον ακόλαστο ο Θεός θα κρίνει". Εκεί λοιπόν, σ' αυτόν τον κόσμο που 'δα άξαφνα να ξετυλίγεται μπροστά μου, είχανε βάλει οι χωριανοί μας τον πατέρα μου; Δεν άντεξα άλλο, έκανα μεταβολή και έφυγα από την πίσω πόρτα.
Απ' το μικρό φανάρι στον αυλόγυρο της εκκλησιάς και το λιγοστό φως που έβγαινε από τα γύρω σπίτια είδα τα σύννεφα να κατεβαίνουνε από παντού, να τυλίγουνε τον μικρό μας κόσμο. Είδα άλλα σύννεφα ακίνητα στην μπροστινή πλατεία κι άλλα μπηγμένα βαθιά στα γύρω ελάτια. Είδα άλλα να σέρνονται σιγά σιγά στα καλντερίμια κι άλλα να στέκονται και να κοιτάν απ' τα παράθυρα μέσα στα σπίτια. Είδα σύννεφα να παίρνουν σχήματα, άλλα να προσπαθούν να πάρουνε μορφή. άλλα να έρχονται επάνω μου κι άλλα να φεύγουνε στον άλλο κόσμο. Είδα σύννεφα που μοιάζανε με τη φυγή που βύζαινε σιγά σιγά η καρδιά μου. Ικι εγώ να φέρνω στο μυαλό και να μετράω τα ερημωμένα σπίτια του χωριού, αυτών που φύγαν, να ψάχνω γι' άλλους πιθανούς ακόλαστους, ν' αρνιέμαι πως ο πατέρας ήτανε ακόλαστος, να μην μπορώ να αρνηθώ πως είχε φύγει οριστικά από κοντά μας.
Ο κόσμος άρχισε να βγαίνει, οι πιο πολλές γυναίκες. Ξεχώρισα τη μάνα μου, την έπιασα. Δεν είχε αντιληφθεί την απουσία μου και με αδιόρατη χαρά άνοιξε το βιβλίο της λέγοντας: "Πάμε γρήγορα, η γιαγιά θα περιμένει. Μέχρι να φτάσουμε, η παγωνιά μας είχε περονιάσει. Κείνο το βράδυ δεν μπόρεσα να κοιμηθώ. Σαν ξάπλωσα ήρθε ολοζώντανη, κάτω απ' τα κλειστά μου μάτια, η εικόνα του γυμνού άνδρα με τη γυμνή γυναίκα και τους δύο ξαπλωτούς και αγκαλιασμένους. Με βασάνιζε η εικόνα, με βασάνιζε η πράξη, με βασάνιζε η τοποθέτησή της σ' έναν κόσμο ακολασίας. Με βασάνιζε πως τούτος ο κόσμος γύρω μου ήθελε τον πατέρα μου ακόλαστο και την ωραία πράξη αμαρτία. Χούφτιασα το ρολόι του πατέρα μου κι αποκοιμήθηκα ακούγοντας τους χτύπους της καρδιάς του. Το πρωί δήλωσα άρρωστος και έμεινα στο κρεβάτι. Σηκώθηκα προχωρημένο μεσημέρι, όταν ήταν πια σίγουρο πως δεν υπήρχε περιθώριο να πάω σχολείο. Η γιαγιά, σαν να'χε καταλάβει κάτι, μου είπε: "Μια και δεν είχες σήμερα γράμματα, σύρε να κόψεις και κανένα ξύλο". Κατέβηκα για το υπόστεγο κι έφυγα κατευθείαν για την εκκλησία. Μπήκα ξανά μες στο γυναικωνίτη κι άρχισα να περιεργάζομαι σιγά σιγάμε επιμονή και υπομονή τις εικόνες μία μια, σαν να 'θελα να κάνω αποστήθιση εκείνο που 'νιωθα, μα δεν μπορούσα να το καταλάβω. Έφυγα από την εκκλησία ανάστατος, εκεί που άλλοι φεύγουνε γαληνεμένοι.
Κυριακή πρωί σημάναν οι καμπάνες. Προνόμιο παραχωρημένο από τους Τούρκους, ένα καμπαναριό καμάρι. Κάθε Κυριακή με ξυπνούσαν οι καμπάνες. Όμως τούτη τη φορά σήμαιναν τόσα πράγματα μαζί, ανάκατα και μπερδεμένα. Ένιωσα πως τούτο το σπίτι δε με χωρούσε πια, ο τόπος όλος δε με χωρούσε άλλο. Στήθηκα στο παράθυρο κι είδα τις τρεις μ ου αδερφές να φεύγουν για την εκκλησία. Τις ένιωσα τόσο μακριά μου. Η Ελεονόρα κοπέλα παντρειάς.
Γρήγορα συνειδητοποίησα ότι και τα πράγματα με τα οικονομικά μας δεν ήταν όπως πριν. Ούτε τα κτήματα μπορούσαν να μας εξασφαλίσουν τη ζωή που είχαμε μάθει, ούτε οι οικονομίες και τα αποθέματα ήτανε ανεξάντλητα. Κι ο Ρώμος σίγουρα δε θα μπορούσε για πολύ ακόμα να τα βγάλει πέρα. Πηγή της δύναμης και της ευημερίας μας ήτανε τ' όνομα του πατέρα και το εμπόριό του πέρα από τα βουνά που κλείναν τα Ζαγόρια. Δεν υπήρχε πια ούτε το ένα ούτε το άλλο.
Η σκέψη της δικής μου αναχώρησης άρχισε να ριζώνει μέσα μου, να δυναμώνει. Της αναχώρησης και όχι της φυγής. Σαν κάτι αυτονόητο και όχι σαν κάτι αναπόφευκτο. Σαν κάτι που το όριζα εγώ και όχι που το επέβαλλαν οι άλλοι. Η μοίρα μου με ήθελε εκεί και έτσι, εγώ με ήθελα αλλού κι αλλιώς. Η σκέψη έγινε απόφαση κι όταν κατάλαβα πως τίποτα και κανείς δεν μπορούσε πια να μου την αλλάξει, την είπα πρώτα στον δάσκαλο και μετά στους δικούς μου. Τους ξάφνιασε, τους αναστάτωσε, μα κανείς τους δεν την επολέμησε. Η μεγάλη απόφαση δεν ήταν στην πραγματικότητα μεγάλη. Ήταν η πρώτη δική μου απόφαση από τη μαγιά που μου είχαν αφήσει ο δάσκαλός μου και ο πατέρας μου.
Κρατώντας στη χούφτα μου το ρολόι του σφιχτά μέσα στην τσέπη κι έχοντας δώσει στη μητέρα το δισάκι με τις λίρες που μου είχε παραδώσει ο κυρ Βαγγέλης, βρέθηκα του Ευαγγελισμού στη Θεσσαλονίκη. Με την υπόσχεση πως κάποτε θα επιστρέψω, με την ευθύνη γι' αυτούς που άφηνα πίσω μου, με την ελπίδα να ξανάβρω τον πατέρα μου, με την απόφαση να μάθω περισσότερα, να φτιάξω, να δημιουργήσω. Και κάπου βαθύτερα να με τρώει σαν σαράκι ποιο ήταν το "γιατί των γιατί" του πατέρα μου, ποιο είναι το δικό μου. Ποια είναι η δικιά μου αλήθεια ή μήπως θα 'πρεπε να τη φτιάξω μοναχός μου.
Έτσι τελείωνε η αφήγηση του Νίκου - του Νικόλα - για τον πατέρα του, για τα εφηβικά του χρόνια στην Ήπειρο και στα Ζαγόρια, την αναχώρηση του ενός μετά τον άλλο. Σχεδόν απότομα μ' ένα άλμα από το Ζαγόρι στη Θεσσαλονίκη. Αλλού με λεπτομέρειες κι αλλού με άνισα κενά. Μίλαγε συχνά για κείνη την περίοδο, μα ποτέ δεν αναφέρθηκε ο ίδιος, ούτε στα περιστατικά της αναχώρησης, μήτε στα όσα ακολούθησαν. Κάποιες άλλες αποσπασματικές αφηγήσεις του, για άλλα ζητήματα, ήρθαν και δέσανε μετά, φώτισαν άλλες ιστορίες.